Γεια σου Έλληνα μοιραίε
πότε νέε πότε αρχαίε,
που δεν ξέρεις να ορίζεις
πού πατείς και πού βαδίζεις,
που εκοιμήθης παις Διός
και εξύπνησες ρωμιός!
Κοίτα τώρα σου το χάλι
και μη λες πως φταίν΄οι άλλοι.
Πριν αιώνες σκοτεινούς
είχες λόγους φανερούς
για να κλαις τη συμφορά σου
και την κακομοιριά σου.
Όλ΄οι καίσαροι μονάρχες,
όλοι και οι πατριάρχες
πετραχήλια συναξάρια,
ξίφη και κοντάρια
χριστιανός και μισογύνης
θες δε θες εγίνης,
παιδί για τα θελήματα
τα εβραίικα τα προσκυνήματα
κι από ύμνους του Πινδάρου
ήχους βγάζεις του γαϊδάρου.
Περάσαν χρόνοι όμως τόσοι
και σε ξύπνησαν καμπόσοι,
του Γεμιστού η μαρτυρία,
μα και η ίδια η ιστορία.
Άι μωρέ απ΄τον λήθαργό σου
ξαναβρές τον εαυτό σου,
σκέψου κι οι άλλοι οι λαοί
περιμένουνε κι αυτοί,
εσένανε μπροστάρη
και του σκότους μακελάρη.
Μπρος λοιπόν, ξεκίνα τώρα,
δε νομίζεις; Ήρθε η ώρα,
σύρε κι έμπα στον χορό
με δοξάρι και αυλό,
στον καιάδα ρίξ΄τους όλους,
όλους τους ρωμιομογγόλους,
που σε κρατούνε εν υπνώσει
γιατί σκιάζονται τη γνώση,
σπυράκια βγάζουνε και μένος
σαν ακούν Ελλήνων γένος!
Σαλαμινομάχος γίνε πάλι
πάρ΄τους όλους το κεφάλι.
Το υπουργείο αντ-εθνικής παιδείας
φορέας ψεύδους και αλητείας,
περί αλφάβητου φοινικικού
θεωρίες καθενός κομπλεξικού.
Ω υπουργοί σιωνιστές,
«εθνικόν το αληθές»
βροντοφωνάζει ο ποιητής,
του κάκου! Δεν ακούει κανείς!
Και οι δασκάλες οι μωρές
σταυροκόπι προσευχές,
πώς θα ψήσεις αγγινάρες
άρες μάρες κουκουνάρες.
Α, και η ακαδημία Αθηνών
πνευματικώς ανάπηρων ταγών,
που σου πατούν γερά την πλάκα
του μνήματός σου, βλάκα!
Παπαδαριό και Δεσποτάδες
ρασοφόρες αχιβάδες,
άντε να ορθοποδήσεις
δυο ξυλιές να βουρδουλίσεις
στον ποπό του κάθε αφέντη,
άιντε να σε δω λεβέντη!
Την ψυχή σου την αρχαία
δια πυρός και με ρομφαία
ανάστησέ την απ΄το μνήμα,
επανένωσε το νήμα,
να την δει η οικουμένη
που είναι αθέλητα κρυμμένη.